Definify.com
Definition 2024
τετρακισεκατομμυρίων
τετρακισεκατομμυρίων
See also: τετρακισεκατομμύριων
Greek
Noun
τετρακισεκατομμυρίων • (tetrakisekatommyríon) n
- Genitive plural form of τετρακισεκατομμύριο (tetrakisekatommýrio).
τετρακισεκατομμυρίων • (tetrakisekatommyríon) n