Definify.com
Definition 2024
υδατογράφημα
υδατογράφημα
Greek
Noun
υδατογράφημα • (ydatográfima) n (plural υδατογραφήματα)
Declension
declension of υδατογράφημα
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | υδατογράφημα | υδατογραφήματα |
genitive | υδατογραφήματος | υδατογραφημάτων |
accusative | υδατογράφημα | υδατογραφήματα |
vocative | υδατογράφημα | υδατογραφήματα |
Synonyms
- υδατόσημο (ydatósimo)