Definify.com
Definition 2024
φιλοφρόνηση
φιλοφρόνηση
Greek
Noun
φιλοφρόνηση • (filofrónisi) f (plural φιλοφρονήσεις)
Declension
declension of φιλοφρόνηση
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | φιλοφρόνηση | φιλοφρονήσεις |
genitive | φιλοφρόνησης / φιλοφρονήσεως | φιλοφρονήσεων |
accusative | φιλοφρόνηση | φιλοφρονήσεις |
vocative | φιλοφρόνηση | φιλοφρονήσεις |