Definify.com
Definition 2025
φωτοτυπία
φωτοτυπία
Greek
Noun
φωτοτυπία • (fototypía) f (plural φωτοτυπίες)
- photocopy, (facsimile)
- photocopying (method, process)
Declension
declension of φωτοτυπία
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | φωτοτυπία | φωτοτυπίες |
genitive | φωτοτυπίας | φωτοτυπιών |
accusative | φωτοτυπία | φωτοτυπίες |
vocative | φωτοτυπία | φωτοτυπίες |
Synonyms
- φωτοαντίγραφο n (fotoantígrafo)