Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2025
ακαταλληλότητες
ακαταλληλότητες
Greek
Noun
ακαταλληλότητες
•
(
akatallilótites
)
f
Nominative
,
accusative
and
vocative
plural
form of
ακαταλληλότητα
(
akatallilótita
)
.
Similar Results