Definify.com
Definition 2024
γεωπροωθητής
γεωπροωθητής
Greek
Alternative forms
- γαιοπροωθητής (gaioproothitís)
Noun
γεωπροωθητής • (geoproothitís) m (plural γεωπροωθητές)
Declension
declension of γεωπροωθητής
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | γεωπροωθητής | γεωπροωθητές |
genitive | γεωπροωθητή | γεωπροωθητών |
accusative | γεωπροωθητή | γεωπροωθητές |
vocative | γεωπροωθητή | γεωπροωθητές |
Synonyms
- μπουλντόζα f (boulntóza)
External links
- Μπουλντόζα on the Greek Wikipedia.Wikipedia el