Definify.com

Definition 2024


σαλοτραπεζαρίες

σαλοτραπεζαρίες

Greek

Noun

σαλοτραπεζαρίες (salotrapezaríes) f

  1. Nominative, accusative and vocative plural form of σαλοτραπεζαρία (salotrapezaría).