Definify.com

Definition 2024


σημείωση

σημείωση

Greek

Noun

σημείωση (simeíosi) f (plural σημειώσεις)

  1. note, marginal comment, footnote, endnote

Declension

Related terms

  • σημειώνω (simeióno, to make a note)
  • σημείωμα n (simeíoma, note)
  • σχόλιο n (schólio, comment, note)