Definify.com

Definition 2024


συνεφαπτομένη

συνεφαπτομένη

Greek

Noun

συνεφαπτομένη (synefaptoméni) f (plural συνεφαπτομένες)

  1. (trigonometry) cotangent

Declension

Synonyms

  • σφ (sf, sin) (symbol)

See also

τριγωνομετρικές συναρτήσεις (trigonometrikés synartíseis, trigonometric functions)

External links