Definify.com

Definition 2024


Καθαρή_Δευτέρα

Καθαρή Δευτέρα

Greek

Noun

Καθαρή Δευτέρα (Katharí Deftéra) f

  1. Alternative form of Καθαρά Δευτέρα (Kathará Deftéra)