Definify.com
Definition 2024
Μεσοπροτεροζωικός
Μεσοπροτεροζωικός
See also: μεσοπροτεροζωικός
Greek
Alternative forms
- (misspelling) Μεσοπρωτεροζωικός m (Mesoproterozoikós)
Noun
Μεσοπροτεροζωικός • (Mesoproterozoikós) m (uncountable)
- (geology) Mesoproterozoic
- ο Μεσοπροτεροζωικός αιώνας ― o Mesoproterozoikós aiónas ― the Mesoproterozoic era
Declension
Declension of Μεσοπροτεροζωικός (Mesoproterozoikós)
singular | |
---|---|
nominative | Μεσοπροτεροζωικός |
genitive | Μεσοπροτεροζωικού |
accusative | Μεσοπροτεροζωικό |
vocative | Μεσοπροτεροζωικέ |
Related terms
- μεσοπροτεροζωικός (mesoproterozoikós, “Paleozoic”)
See also
- Appendix:Geologic timescale (Greek)
External links
- Προτεροζωικός μεγααιώνας on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
μεσοπροτεροζωικός
μεσοπροτεροζωικός
See also: Μεσοπροτεροζωικός
Greek
Alternative forms
- (misspelling) μεσοπρωτεροζωικός (mesoproterozoikós)
Adjective
μεσοπροτεροζωικός • (mesoproterozoikós) m (feminine μεσοπροτεροζωική, neuter μεσοπροτεροζωικό)
Declension
positive forms of μεσοπροτεροζωικός
number case / gender |
singular | plural | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
nominative | μεσοπροτεροζωικός | μεσοπροτεροζωική | μεσοπροτεροζωικό | μεσοπροτεροζωικοί | μεσοπροτεροζωικές | μεσοπροτεροζωικά |
genitive | μεσοπροτεροζωικού | μεσοπροτεροζωικής | μεσοπροτεροζωικού | μεσοπροτεροζωικών | μεσοπροτεροζωικών | μεσοπροτεροζωικών |
accusative | μεσοπροτεροζωικό | μεσοπροτεροζωική | μεσοπροτεροζωικό | μεσοπροτεροζωικούς | μεσοπροτεροζωικές | μεσοπροτεροζωικά |
vocative | μεσοπροτεροζωικέ | μεσοπροτεροζωική | μεσοπροτεροζωικό | μεσοπροτεροζωικοί | μεσοπροτεροζωικές | μεσοπροτεροζωικά |
Related terms
- Μεσοπροτεροζωικός m (Mesoproterozoikós, “(the) Mesoproterozoic”)
See also
- Appendix:Geologic timescale (Greek)
External links
- Προτεροζωικός μεγααιώνας on the Greek Wikipedia.Wikipedia el