Definify.com
Definition 2024
έκτοπη_κύηση
έκτοπη κύηση
Greek
Alternative forms
- έκτοπος κύηση f (éktopos kýisi)
Noun
έκτοπη κύηση • (éktopi kýisi) f
Synonyms
- εξωμήτριος κύηση f (exomítrios kýisi)
- εξωμήτρια κύηση f (exomítria kýisi)
έκτοπη κύηση • (éktopi kýisi) f