Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
Ήπειρο
Ήπειρο
See also:
ήπειρο
Greek
Proper noun
Ήπειρο
•
(
Ípeiro
)
f
Accusative
singular
form of
Ήπειρος
(
Ípeiros
)
.
Vocative
singular
form of
Ήπειρος
(
Ípeiros
)
.
ήπειρο
ήπειρο
See also:
Ήπειρο
Greek
Noun
ήπειρο
•
(
ípeiro
)
f
Accusative
singular
form of
ήπειρος
(
ípeiros
)
.
Vocative
singular
form of
ήπειρος
(
ípeiros
)
.
Similar Results