Definify.com

Definition 2024


αγροτοβιομηχανικέ

αγροτοβιομηχανικέ

Greek

Noun

αγροτοβιομηχανικέ (agrotoviomichaniké) m

  1. Vocative singular form of αγροτοβιομηχανικός (agrotoviomichanikós).