Definify.com

Definition 2024


αεροπλάνα

αεροπλάνα

See also: αερόπλανα

Greek

Noun

αεροπλάνα (aeroplána) n

  1. Nominative plural form of αεροπλάνο (aeropláno).
  2. Accusative plural form of αεροπλάνο (aeropláno).
  3. Vocative plural form of αεροπλάνο (aeropláno).