Definify.com

Definition 2024


αλουμινόχαρτα

αλουμινόχαρτα

Greek

Noun

αλουμινόχαρτα (alouminócharta) n

  1. nominative plural of αλουμινόχαρτο (alouminócharto)
  2. accusative plural of αλουμινόχαρτο (alouminócharto)
  3. vocative plural of αλουμινόχαρτο (alouminócharto)