Definify.com
Definition 2024
αυτόματη_ταμειακή_μηχανή
αυτόματη ταμειακή μηχανή
Greek
Alternative forms
- αυτόματη ταμειολογιστική μηχανή f (aftómati tameiologistikí michaní)
Noun
αυτόματη ταμειακή μηχανή • (aftómati tameiakí michaní) f (plural αυτόματες ταμειακές μηχανές)
Synonyms
- ΑΤΜ f (ATM)
Related terms
- see: ταμείο (tameío, “cashier's desk, checkout”)