Definify.com
Definition 2024
γλώσσα_προγραμματισμού
γλώσσα προγραμματισμού
Greek
Noun
γλώσσα προγραμματισμού • (glóssa programmatismoú) f
External links
- γλώσσα προγραμματισμού on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
γλώσσα προγραμματισμού • (glóssa programmatismoú) f