Definify.com
Definition 2025
δεκατέσσερα
δεκατέσσερα
Greek
| < ιγ΄ | ιδ΄ | ιε΄ > |
|---|---|---|
| Cardinal : δεκατέσσερα (dekatéssera) Ordinal : δέκατος τέταρτος (dékatos tétartos) | ||
Numeral
δεκατέσσερα • (dekatéssera) n
- (cardinal) fourteen
Declension
| Gender | masc. | fem. | neut. |
| Nominative | δεκατέσσερις | δεκατέσσερις | δεκατέσσερα |
| Genitive | δεκατεσσάρων | δεκατεσσάρων | δεκατεσσάρων |
| Accusative | δεκατέσσερις | δεκατέσσερις | δεκατέσσερα |
See also
- Greek number and measurement