Definify.com
Definition 2024
δεκατέσσερα
δεκατέσσερα
Greek
< ιγ΄ | ιδ΄ | ιε΄ > |
---|---|---|
Cardinal : δεκατέσσερα (dekatéssera) Ordinal : δέκατος τέταρτος (dékatos tétartos) | ||
Numeral
δεκατέσσερα • (dekatéssera) n
- (cardinal) fourteen
Declension
Gender | masc. | fem. | neut. |
Nominative | δεκατέσσερις | δεκατέσσερις | δεκατέσσερα |
Genitive | δεκατεσσάρων | δεκατεσσάρων | δεκατεσσάρων |
Accusative | δεκατέσσερις | δεκατέσσερις | δεκατέσσερα |
See also
- Greek number and measurement