Definify.com
Definition 2024
διπλή_τελεία
διπλή τελεία
Greek
Noun
διπλή τελεία • (diplí teleía) f (plural διπλές τελείες)
Synonyms
- άνω και κάτω τελεία f (áno kai káto teleía)
- άνω κάτω τελεία f (áno káto teleía)
- διπλή στιγμή f (diplí stigmí) (rare)
See also
|
|
- see also: Greek Punctuation and Greek alphabet (Diacritics)