Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
εκτελεστικό_απόσπασμα
εκτελεστικό απόσπασμα
Greek
Noun
εκτελεστικό
απόσπασμα
•
(
ektelestikó apóspasma
)
n
(
plural
εκτελεστικά αποσπάσματα
)
firing squad
Similar Results