Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
επανεγκαταστάσεως
επανεγκαταστάσεως
Greek
Noun
επανεγκαταστάσεως
•
(
epanenkatastáseos
)
f
Genitive
singular
form of
επανεγκατάσταση
(
epanenkatástasi
)
.
Similar Results