Definify.com

Definition 2024


ηλεκτροσυγκολλήσεως

ηλεκτροσυγκολλήσεως

Greek

Noun

ηλεκτροσυγκολλήσεως (ilektrosynkollíseos) f

  1. Genitive singular form of ηλεκτροσυγκόλληση (ilektrosynkóllisi).