Definify.com
Definition 2024
μεμβράνες
μεμβράνες
Greek
Noun
μεμβράνες • (memvránes) f
- Nominative plural form of μεμβράνη (memvráni).
- Accusative plural form of μεμβράνη (memvráni).
- Vocative plural form of μεμβράνη (memvráni).
μεμβράνες • (memvránes) f