Home
Search
Index
Definify.com
Definition
2024
ραδιενεργό_νέφος
ραδιενεργό νέφος
Greek
Noun
ραδιενεργό
νέφος
•
(
radienergó néfos
)
n
(
plural
ραδιενεργά νέφη
)
radioactive fallout
Similar Results