Definify.com
Definition 2024
σιτοβολώνες
σιτοβολώνες
Greek
Noun
σιτοβολώνες • (sitovolónes) m
- Nominative plural form of σιτοβολώνας (sitovolónas).
- Accusative plural form of σιτοβολώνας (sitovolónas).
- Vocative plural form of σιτοβολώνας (sitovolónas).