Definify.com

Definition 2024


στροφαλοφόροι_άξονες

στροφαλοφόροι άξονες

Greek

Noun

στροφαλοφόροι άξονες (strofalofóroi áxones) m

  1. Plural form of στροφαλοφόρος άξονας (strofalofóros áxonas).