Definify.com
Definition 2024
ταχυδρομικός_κώδικας
ταχυδρομικός κώδικας
Greek
Noun
ταχυδρομικός κώδικας • (tachydromikós kódikas) m (plural ταχυδρομικοί κώδικες)
Declension
- see: ταχυδρομικός (tachydromikós) and κώδικας (kódikas)
ταχυδρομικός κώδικας • (tachydromikós kódikas) m (plural ταχυδρομικοί κώδικες)