Definify.com
Definition 2024
τριγωνομετρία
τριγωνομετρία
Greek
Noun
τριγωνομετρία • (trigonometría) f (plural τριγωνομετρίες)
Declension
declension of τριγωνομετρία
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | τριγωνομετρία | τριγωνομετρίες |
genitive | τριγωνομετρίας | τριγωνομετριών |
accusative | τριγωνομετρία | τριγωνομετρίες |
vocative | τριγωνομετρία | τριγωνομετρίες |
See also
- see: μαθηματικά n pl (mathimatiká, “mathematics”)
External links
- τριγωνομετρία on the Greek Wikipedia.Wikipedia el