Definify.com
Definition 2024
φαστ_φουντ
φαστ φουντ
See also: φαστφούντ and φαστ-φουντ
Greek
Alternative forms
- φαστφούντ n (fastfoúnt)
- φαστ-φουντ n (fast-fount)
Noun
φαστ φουντ • (fast fount) n (invariable)
Derived terms
- φαστφουντάδικο n (fastfountádiko, “fast food outlet”)
See also
- ταχυφαγείο n (tachyfageío, “fast food outlet”)