Definify.com

Definition 2024


αναμνηστικά

αναμνηστικά

Greek

Adjective

αναμνηστικά (anamnistiká)

  1. Nominative, accusative and vocative neuter plural form of αναμνηστικός (anamnistikós).

Noun

αναμνηστικά (anamnistiká) n

  1. Nominative, accusative and vocative plural form of αναμνηστικό (anamnistikó).