Definify.com

Definition 2025


σημειωτικές

σημειωτικές

Greek

Noun

σημειωτικές (simeiotikés) f

  1. Nominative plural form of σημειωτική (simeiotikí).
  2. Accusative plural form of σημειωτική (simeiotikí).
  3. Vocative plural form of σημειωτική (simeiotikí).