Definify.com
Definition 2025
στρατιωτική
στρατιωτική
Greek
Adjective
στρατιωτική • (stratiotikí)
- Nominative feminine singular form of στρατιωτικός (stratiotikós).
- Accusative feminine singular form of στρατιωτικός (stratiotikós).
- Vocative feminine singular form of στρατιωτικός (stratiotikós).