Definify.com

Definition 2024


χαρακτηριστικοί

χαρακτηριστικοί

Greek

Adjective

χαρακτηριστικοί (charaktiristikoí)

  1. Nominative masculine plural form of χαρακτηριστικός (charaktiristikós).
  2. Vocative masculine plural form of χαρακτηριστικός (charaktiristikós).