Definify.com
Definition 2024
Ποσειδώνας
Ποσειδώνας
Greek
Proper noun
Ποσειδώνας • (Poseidónas) m
Declension
Declension of Ποσειδώνας (Poseidónas)
singular | |
---|---|
nominative | Ποσειδώνας |
genitive | Ποσειδώνα |
accusative | Ποσειδώνα |
vocative | Ποσειδώνα |
See also
- Ποσειδώνας (πλανήτης) on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
- Ποσειδώνας on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
- (planets of the Solar System) Ερμής (Ermís), Αφροδίτη (Afrodíti), Γη (Gi), Άρης (Áris), Δίας (Días), Κρόνος (Krónos), Ουρανός (Ouranós), Ποσειδώνας (Poseidónas)