Definify.com
Definition 2025
δημοκρατικός
δημοκρατικός
Greek
Adjective
δημοκρατικός • (dimokratikós) m (feminine δημοκρατική, neuter δημοκρατικό)
- democratic, liberal, pertaining to democracy.
Declension
positive forms of δημοκρατικός
| number case / gender |
singular | plural | ||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
| nominative | δημοκρατικός | δημοκρατική | δημοκρατικό | δημοκρατικοί | δημοκρατικές | δημοκρατικά |
| genitive | δημοκρατικού | δημοκρατικής | δημοκρατικού | δημοκρατικών | δημοκρατικών | δημοκρατικών |
| accusative | δημοκρατικό | δημοκρατική | δημοκρατικό | δημοκρατικούς | δημοκρατικές | δημοκρατικά |
| vocative | δημοκρατικέ | δημοκρατική | δημοκρατικό | δημοκρατικοί | δημοκρατικές | δημοκρατικά |
| derivations | comparative: πιο + positive forms (e.g. πιο δημοκρατικός, etc.) relative superlative: definite article + πιο + positive forms (e.g. ο πιο δημοκρατικός, etc.) |
|||||
degrees of comparison by suffixation
| comparative | singular | plural | ||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
| nominative | δημοκρατικότερος | δημοκρατικότερη | δημοκρατικότερο | δημοκρατικότεροι | δημοκρατικότερες | δημοκρατικότερα |
| genitive | δημοκρατικότερου | δημοκρατικότερης | δημοκρατικότερου | δημοκρατικότερων | δημοκρατικότερων | δημοκρατικότερων |
| accusative | δημοκρατικότερο | δημοκρατικότερη | δημοκρατικότερο | δημοκρατικότερους | δημοκρατικότερες | δημοκρατικότερα |
| vocative | δημοκρατικότερε | δημοκρατικότερη | δημοκρατικότερο | δημοκρατικότεροι | δημοκρατικότερες | δημοκρατικότερα |
| derivations | relative superlative: ο + comparative forms (eg "ο δημοκρατικότερος", etc) | |||||
| absolute superlative | singular | plural | ||||
| masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
| nominative | δημοκρατικότατος | δημοκρατικότατη | δημοκρατικότατο | δημοκρατικότατοι | δημοκρατικότατες | δημοκρατικότατα |
| genitive | δημοκρατικότατου | δημοκρατικότατης | δημοκρατικότατου | δημοκρατικότατων | δημοκρατικότατων | δημοκρατικότατων |
| accusative | δημοκρατικότατο | δημοκρατικότατη | δημοκρατικότατο | δημοκρατικότατους | δημοκρατικότατες | δημοκρατικότατα |
| vocative | δημοκρατικότατε | δημοκρατικότατη | δημοκρατικότατο | δημοκρατικότατοι | δημοκρατικότατες | δημοκρατικότατα |
Related terms
- see: δήμος m (dímos, “municipality, the people”)