Definify.com
Definition 2024
Διαδίκτυο
Διαδίκτυο
See also: διαδίκτυο
Greek
Alternative forms
- διαδίκτυο n (diadíktyo, “computer network”)
Proper noun
Διαδίκτυο • (Diadíktyo) n
Declension
Declension of Διαδίκτυο (Diadíktyo)
External links
- Διαδίκτυο on the Greek Wikipedia.Wikipedia el
διαδίκτυο
διαδίκτυο
See also: Διαδίκτυο
Greek
Alternative forms
- Διαδίκτυο n (Diadíktyo, “the Internet”)
Noun
διαδίκτυο • (diadíktyo) n
Declension
declension of διαδίκτυο
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | διαδίκτυο | διαδίκτυα |
genitive | διαδίκτυου / διαδικτύου | διαδίκτυων / διαδικτύων |
accusative | διαδίκτυο | διαδίκτυα |
vocative | διαδίκτυο | διαδίκτυα |
External links
- διαδίκτυο on the Greek Wikipedia.Wikipedia el