Definify.com
Definition 2024
διαστάσεων
διαστάσεων
Greek
Noun
διαστάσεων • (diastáseon) f
Derived terms
- δύο διαστάσεων (dýo diastáseon, “of two dimensions”)
- λόγος διαστάσεων m (lógos diastáseon, “aspect ratio”)
διαστάσεων • (diastáseon) f