Definify.com
Definition 2024
ζητάω
ζητάω
Greek
Verb
ζητάω • (zitáo) (simple past ζήτησα, passive form ζητούμαι or ζητιέμαι)
- Alternative form of ζητώ (zitó)
Conjugation
ζητώ
Present → | Imperfect → | Continuous future → | Continuous subjunctive → | Imperative → | |
1s | ζητώ, ζητάω | ζητούσα, ζήταγα | θα ζητώ, θα ζητάω | να ζητώ, να ζητάω | |
2s | ζητείς, ζητάς | ζητούσες, ζήταγες | θα ζητάς, θα ζητείς | να ζητάς, να ζητείς | ζήτα, ζήταγε |
3s | ζητεί, ζητάει, ζητά | ζητούσε, ζήταγε | θα ζητά, θα ζητεί, θα ζητάει | να ζητά, να ζητεί, να ζητάει | |
1p | ζητάμε, ζητούμε | ζητούσαμε, ζητάγαμε | θα ζητούμε | να ζητούμε | |
2p | ζητάτε, ζητείτε | ζητούσατε, ζητάγατε | θα ζητάτε, θα ζητείτε | να ζητάτε, να ζητείτε | ζητάτε |
3p | ζητάνε, ζητάν, ζητούν, ζητούνε | ζητούσαν, ζητούσανε, ζήταγαν, ζητάγανε | θα ζητούν, θα ζητούνε, θα ζητάνε, θα ζητάν | να ζητούν, να ζητούνε, να ζητάνε, να ζητάν | |
Dependent † | Simple past → | Simple future → | Simple subjunctive → | Imperative → | |
1s | ζητήσω | ζήτησα | θα ζητήσω | να ζητήσω | |
2s | ζητήσεις | ζήτησες | θα ζητήσεις | να ζητήσεις | ζήτησε, ζήτα |
3s | ζητήσει | ζήτησε | θα ζητήσει | να ζητήσει | |
1p | ζητήσουμε, ζητήσομε | ζητήσαμε | θα ζητήσουμε, θα ζητήσομε | να ζητήσουμε, να ζητήσομε | |
2p | ζητήσετε | ζητήσατε | θα ζητήσετε | να ζητήσετε | ζητήστε |
3p | ζητήσουν, ζητήσουνε | ζήτησαν, ζητήσανε, ζητήσαν | θα ζητήσουν, θα ζητήσουνε | να ζητήσουν, να ζητήσουνε | |
Perfect → | Pluperfect → | Future perfect → | Subjunctive → | ||
1s | έχω ζητήσει | είχα ζητήσει | θα έχω ζητήσει | να έχω ζητήσει | |
2s | έχεις ζητήσει | είχες ζητήσει | θα έχεις ζητήσει | να έχεις ζητήσει | |
3s | έχει ζητήσει | είχε ζητήσει | θα έχει ζητήσει | να έχει ζητήσει | |
1p | έχουμε ζητήσει | είχαμε ζητήσει | θα έχουμε ζητήσει | να έχουμε ζητήσει | |
2p | έχετε ζητήσει | είχατε ζητήσει | θα έχετε ζητήσει | να έχετε ζητήσει | |
3p | έχουν ζητήσει | είχαν ζητήσει | θα έχουν ζητήσει | να έχουν ζητήσει | |
Participle: | ζητώντας | Non-finite ‡ | ζητήσει | 60/73, ησ, 2AB1d, 2AΒ1 | |
This table is templatised, some forms shown may be rare or non-existant. Multiple forms are usually shown in order of reducing frequency. † The dependent is not used alone, it is used to form future simple, perfective subjunctive and other forms. ‡ The non-finite or aorist infinitive form is the same as the 3rd person singular dependent form, used with the auxiliary verb έχω (écho) it produces perfect tense forms. |
|||||