Definify.com
Definition 2025
νοτιοαμερικανικός
νοτιοαμερικανικός
Greek
Adjective
νοτιοαμερικανικός • (notioamerikanikós) m (feminine νοτιοαμερικανική, neuter νοτιοαμερικανικό)
Declension
 positive forms of νοτιοαμερικανικός
| number case / gender | singular | plural | ||||
|---|---|---|---|---|---|---|
| masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
| nominative | νοτιοαμερικανικός | νοτιοαμερικανική | νοτιοαμερικανικό | νοτιοαμερικανικοί | νοτιοαμερικανικές | νοτιοαμερικανικά | 
| genitive | νοτιοαμερικανικού | νοτιοαμερικανικής | νοτιοαμερικανικού | νοτιοαμερικανικών | νοτιοαμερικανικών | νοτιοαμερικανικών | 
| accusative | νοτιοαμερικανικό | νοτιοαμερικανική | νοτιοαμερικανικό | νοτιοαμερικανικούς | νοτιοαμερικανικές | νοτιοαμερικανικά | 
| vocative | νοτιοαμερικανικέ | νοτιοαμερικανική | νοτιοαμερικανικό | νοτιοαμερικανικοί | νοτιοαμερικανικές | νοτιοαμερικανικά | 
Related terms
- Νότια Αμερική f (Nótia Amerikí, “North America”)