Definify.com
Definition 2025
ονοματοποιία
ονοματοποιία
See also: ὀνοματοποιία
Greek
Noun
ονοματοποιία • (onomatopoiía) f (plural ονοματοποιίες)
Declension
declension of ονοματοποιία
| singular | plural | |
|---|---|---|
| nominative | ονοματοποιία | ονοματοποιίες | 
| genitive | ονοματοποιίας | ονοματοποιιών | 
| accusative | ονοματοποιία | ονοματοποιίες | 
| vocative | ονοματοποιία | ονοματοποιίες | 
Synonyms
- ηχομιμητική f (ichomimitikí)