Definify.com
Definition 2024
τραγουδάω
τραγουδάω
Greek
Verb
τραγουδάω • (tragoudáo) (simple past τραγούδησα, passive form τραγουδιέμαι)
- Alternative form of τραγουδώ (tragoudó)
Conjugation
τραγουδώ, τραγουδάω
Present → | Imperfect → | Continuous future → | Continuous subjunctive → | Imperative → | |
1s | τραγουδώ, τραγουδάω | τραγουδούσα, τραγούδαγα | θα τραγουδώ, θα τραγουδάω | να τραγουδώ, να τραγουδάω | |
2s | τραγουδάς | τραγουδούσες, τραγούδαγες | θα τραγουδάς | να τραγουδάς | τραγούδα, τραγούδαγε |
3s | τραγουδά, τραγουδάει | τραγουδούσε, τραγούδαγε | θα τραγουδά, θα τραγουδάει | να τραγουδά, να τραγουδάει | |
1p | τραγουδούμε, τραγουδάμε | τραγουδούσαμε, τραγουδάγαμε | θα τραγουδούμε, θα τραγουδάμε | να τραγουδούμε, να τραγουδάμε | |
2p | τραγουδάτε | τραγουδούσατε, τραγουδάγατε | θα τραγουδάτε | να τραγουδάτε | τραγουδάτε |
3p | τραγουδούν, τραγουδούνε, τραγουδάνε, τραγουδάν | τραγουδούσαν, τραγουδούσανε, τραγούδαγαν, τραγουδάγανε | θα τραγουδούν, θα τραγουδούνε, θα τραγουδάνε, θα τραγουδάν | να τραγουδούν, να τραγουδούνε, να τραγουδάνε, να τραγουδάν | |
Dependent † | Simple past → | Simple future → | Simple subjunctive → | Imperative → | |
1s | τραγουδήσω | τραγούδησα | θα τραγουδήσω | να τραγουδήσω | |
2s | τραγουδήσεις | τραγούδησες | θα τραγουδήσεις | να τραγουδήσεις | τραγούδησε, τραγούδα |
3s | τραγουδήσει | τραγούδησε | θα τραγουδήσει | να τραγουδήσει | |
1p | τραγουδήσουμε, τραγουδήσομε | τραγουδήσαμε | θα τραγουδήσουμε, θα τραγουδήσομε | να τραγουδήσουμε, να τραγουδήσομε | |
2p | τραγουδήσετε | τραγουδήσατε | θα τραγουδήσετε | να τραγουδήσετε | τραγουδήστε |
3p | τραγουδήσουν, τραγουδήσουνε | τραγούδησαν, τραγουδήσανε, τραγουδήσαν | θα τραγουδήσουν, θα τραγουδήσουνε | να τραγουδήσουν, να τραγουδήσουνε | |
Perfect → | Pluperfect → | Future perfect → | Subjunctive → | ||
1s | έχω τραγουδήσει | είχα τραγουδήσει | θα έχω τραγουδήσει | να έχω τραγουδήσει | |
2s | έχεις τραγουδήσει | είχες τραγουδήσει | θα έχεις τραγουδήσει | να έχεις τραγουδήσει | |
3s | έχει τραγουδήσει | είχε τραγουδήσει | θα έχει τραγουδήσει | να έχει τραγουδήσει | |
1p | έχουμε τραγουδήσει | είχαμε τραγουδήσει | θα έχουμε τραγουδήσει | να έχουμε τραγουδήσει | |
2p | έχετε τραγουδήσει | είχατε τραγουδήσει | θα έχετε τραγουδήσει | να έχετε τραγουδήσει | |
3p | έχουν τραγουδήσει | είχαν τραγουδήσει | θα έχουν τραγουδήσει | να έχουν τραγουδήσει | |
Alternative* perfect: | έχω (έχεις, έχει, έχουμε, έχετε, έχουν) τραγουδισμένο | ||||
pluperfect: | είχα (είχες, είχε , είχαμε, είχατε, είχαν) τραγουδισμένο | ||||
future perfect: | θα έχω (θα έχεις, θα έχει, θα έχουμε, θα έχετε, θα έχουν) τραγουδισμένο | ||||
subjunctive: | να έχω (να έχεις, να έχει, να έχουμε, να έχετε, να έχουν) τραγουδισμένο | ||||
Participle: | τραγουδώντας | Non-finite ‡ | τραγουδήσει | 58-ησ-2A1-2A1d | |
This table is templatised, some forms shown may be rare or non-existant. Multiple forms are usually shown in order of reducing frequency. † The dependent is not used alone, it is used to form future simple, perfective subjunctive and other forms. ‡ The non-finite or aorist infinitive form is the same as the 3rd person singular dependent form, used with the auxiliary verb έχω (écho) it produces perfect tense forms. * Used with transitive senses |
|||||