Definify.com
Definition 2024
υποαλλεργικός
υποαλλεργικός
Greek
Adjective
υποαλλεργικός • (ypoallergikós) m (feminine υποαλλεργική, neuter υποαλλεργικό)
- hypoallergenic (containing few allergens)
Declension
positive forms of υποαλλεργικός
number case / gender |
singular | plural | ||||
---|---|---|---|---|---|---|
masculine | feminine | neuter | masculine | feminine | neuter | |
nominative | υποαλλεργικός | υποαλλεργική | υποαλλεργικό | υποαλλεργικοί | υποαλλεργικές | υποαλλεργικά |
genitive | υποαλλεργικού | υποαλλεργικής | υποαλλεργικού | υποαλλεργικών | υποαλλεργικών | υποαλλεργικών |
accusative | υποαλλεργικό | υποαλλεργική | υποαλλεργικό | υποαλλεργικούς | υποαλλεργικές | υποαλλεργικά |
vocative | υποαλλεργικέ | υποαλλεργική | υποαλλεργικό | υποαλλεργικοί | υποαλλεργικές | υποαλλεργικά |