Home Search Index

Definify.com

  •  

Definition 2025


υποαλλεργικός

υποαλλεργικός

Greek

Adjective

υποαλλεργικός • ‎(ypoallergikós) m ‎(feminine υποαλλεργική, neuter υποαλλεργικό)

  1. hypoallergenic (containing few allergens)

Declension

positive forms of υποαλλεργικός
number 
case / gender 
singular plural
masculine feminine neuter masculine feminine neuter
nominative υποαλλεργικός υποαλλεργική υποαλλεργικό υποαλλεργικοί υποαλλεργικές υποαλλεργικά
genitive υποαλλεργικού υποαλλεργικής υποαλλεργικού υποαλλεργικών υποαλλεργικών υποαλλεργικών
accusative υποαλλεργικό υποαλλεργική υποαλλεργικό υποαλλεργικούς υποαλλεργικές υποαλλεργικά
vocative υποαλλεργικέ υποαλλεργική υποαλλεργικό υποαλλεργικοί υποαλλεργικές υποαλλεργικά

Similar Results

© 2025 Definify.com · All rights reserved.

Privacy · About · Terms