Definify.com

Definition 2024


ιδιοφυής

ιδιοφυής

Greek

Adjective

ιδιοφυής (idiofyís) m (feminine ιδιοφυής, neuter ιδιοφυές)

  1. talented, gifted, genius, intelligent
    ιδιοφυής άνθρωπος (talented man)
  2. ingenious
    ιδιοφυής ιδέα (ingenious idea)

Declension

Synonyms

see: έξυπνος (éxypnos, intelligent)