Definify.com
Definition 2024
μπιτόνι
μπιτόνι
Greek
Alternative forms
Noun
μπιτόνι • (bitóni) n (plural μπιτόνια)
Declension
declension of μπιτόνι
singular | plural | |
---|---|---|
nominative | μπιτόνι | μπιτόνια |
genitive | μπιτονιού | μπιτονιών |
accusative | μπιτόνι | μπιτόνια |
vocative | μπιτόνι | μπιτόνια |
Synonyms
- (jerrycan): κάνιστρο n (kánistro)
External links
- Κάνιστρο on the Greek Wikipedia.Wikipedia el